υδροχαριτίδες
From LSJ
ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται → in order that so the memory of the past may not be blotted out from among men by time
Greek Monolingual
οι, Ν
βοτ. οικογένεια υδρόβιων αγγειόσπερμων μονοκότυλων φυτών με 16 είδη και με τυπικό εκπρόσωπο το γένος υδρόχαρις.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. hydrocharitidae].