φιλοψυχητέον
From LSJ
Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν → Being rich can even produce a social conscience → Animos nonnumquam humanos concinnant opes → Mitunter macht der Reichtum Menschen auch human
English (LSJ)
one must love life, Pl. Grg.512e, = M.Ant.7.46.
Greek (Liddell-Scott)
φῐλοψῡχητέον: ῥημ. ἐπίθ., δεῖ φιλοψυχεῖν, Πλάτ. Γοργ. σ. 512Ε.
Greek Monotonic
φῐλοψῡχητέον: ρημ. επίθ., αυτός που πρέπει να αγαπά την ζωή, σε Πλάτ.