φραγγελόω Search Google

From LSJ

νᾶφε καὶ μέμνασ' ἀπιστεῖν → keep a clear head and remember not to believe a thing (Epicharmus fr. 250)

Source

Greek Monotonic

φραγγελόω: μέλ. -ώσω, Λατ. flagello, μαστιγώνω, σε Καινή Διαθήκη

Translations