φραγκοκλησιά

From LSJ

ἐφ' ὅσον αὐτοῦὑπόστασις τῶν χρόνων ὑπῆρχεν → as long as his store of years lasted

Source

Greek Monolingual

και φραγκόκλησα, η, Ν
φράγκικη εκκλησία, ναός τών Ρωμαιοκαθολικών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Φράγκος + εκκλησία].