φωτοστέφανο

From LSJ

Ἆρ' ἐστὶ συγγενές τι λύπη καὶ βίος → Res sunt cognatae vita et anxietudines → Es sind ja Leid und Leben irgendwie verwandt

Menander, Monostichoi, 640

Greek Monolingual

το, Ν
ο φωτοστέφανος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φωτ(ο)- + στεφάνι].