χαλκόηχος

From LSJ

τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)

Source

Greek Monolingual

-η, -ο, Ν
αυτός που παράγει ήχο όμοιο με τον ήχο του χαλκού όταν αυτός κρούεται.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαλκ(ο)- + ήχος (πρβλ. κακό-ηχος. Η λ. μαρτυρείται από το 1875 στον Α. Ρ. Ραγκαβή].