ἀλλ' ἐσθ' ὁ θάνατος λοῖσθος ἰατρός κακῶν → but death is the ultimate healer of ills
-ή, -ό, Ναυτός που χαμογελά, πρόσχαρος.[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. του αορ. χαμογέλασ-α του ρ. χαμογελώ + κατάλ. -τός τών ρηματ. επιθ.].