χιονόμαζα

From LSJ

Λάλει τὰ μέτρια, μὴ λάλει δ', ἃ μή σε δεῖModestus sermo, et qualis deceat, sit tuus → Sprich maßvoll, spricht nicht aus, was unanständig ist

Menander, Monostichoi, 328

Greek Monolingual

η, Ν
μάζα από χιόνι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χιόνι + μάζα. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στην εφημερίδα Άστυ].