Πενία δ' ἄτιμον καὶ τὸν εὐγενῆ ποιεῖ → Pauper inhonorus, genere sit clarus licet → Die Armut nimmt selbst dem, der edel ist, die Ehr'
-έω, Αρυθμίζω τους βασικούς τόνους τών χορδών ενός μουσικού οργάνου, κουρντίζω.[ΕΤΥΜΟΛ. < χορδή + -λογῶ].