ἀκτινόεις
From LSJ
ἀναπλασμὸς ἐκ ματαίων ἐλπίδων → building of castles in the air
German (Pape)
[Seite 86] strahlend, Orac. Sib.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκτινόεις: εσσα, εν, = ἀκτινωτός, Χρησμ. Σιβυλλ. 8, 191 [μὲ ῐ, ἐσφαλμένως].
Spanish (DGE)
(ἀκτῑνόεις) -εσσα, -εν
provisto de rayos ἀ. κομήτης Orac.Sib.8.191, 14.270.