ἀμενηνόν

From LSJ

ἔσσεται ἦμαρ ὅτ' ἄν ποτ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρή → the day shall come when sacred Ilios shall be laid low

Source

Russian (Dvoretsky)

ἀμενηνόν: adv. слабо, тихо (φθέγγεσθαι Arst.).