ἀνάσσατος

From LSJ

Χθὼν πάντα κομίζει καὶ πάλιν κομίζεται → Nam terra donat ac resorbet omnia → Die Erde alles bringt, sich wieder alles nimmt

Menander, Monostichoi, 539

Greek (Liddell-Scott)

ἀνάσσᾱτος: Δωρ. ἀντὶ ἀνήσσητος, Θεόκρ. 6. 45, ἔνθα γράφεται νῦν ἀνήσσατος.

Greek Monotonic

ἀνάσσᾱτος: Δωρ. αντί ἀνήσσητος.

Russian (Dvoretsky)

ἀνάσσατος: дор. = ἀνήσσητος.