ἀποβλητικός

From LSJ

Βέλτιστε, μὴ τὸ κέρδος ἐν πᾶσι σκόπει → Amice, ubique lucra sectari cave → Mein bester Freund, sieh nicht in allem auf Profit

Menander, Monostichoi, 59
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποβλητικός Medium diacritics: ἀποβλητικός Low diacritics: αποβλητικός Capitals: ΑΠΟΒΛΗΤΙΚΟΣ
Transliteration A: apoblētikós Transliteration B: apoblētikos Transliteration C: apovlitikos Beta Code: a)poblhtiko/s

English (LSJ)

ἀποβλητική, ἀποβλητικόν, apt to throw off, καρπῶν Thphr. CP 2.9.3.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
1 caduco, que cae facilmente de ciertos frutos, Thphr.CP 2.9.3.
2 gram. sent. act. sustitutivo τὸ ᾱ ἀποβλητικόν ἐστι τοῦ ν̅, οἷον Ξέρξην Ξέρξεα Choerob.in Theod.310.30 por falsa interpretación de un fenómeno morfológico.

German (Pape)

[Seite 297] zum Wegwerfen, Verlieren.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποβλητικός: -ή, -όν, ὁ ἔχων τὴν ἰδιότητα ν’ ἀποβάλλη, νὰ ῥίπτῃ, ἀποβλητικὰ μάλιστα τῶν καρπῶν πρὶν πεπᾶναι συκῆ καὶ φοίνιξ καὶ ἀμυγδαλῆ Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 2, 9, 3.