μήτε ἐγρηγορόσιν μήτε εὕδουσι κύρτοις ἀργὸν θήραν διαπονουμένοις → weels that secure a lazy angling for men whether asleep or awake
ἐνάγχως: επίρρ., (ἄγχι), μόλις τώρα, πριν από λίγο, προσφάτως, σε Αριστοφ., Πλάτ.
recientemente, últimamente