ἔκχρησις

From LSJ

Ὁ γράμματ' εἰδὼς καὶ περισσὸν νοῦν ἔχει → Qui litteras didicere, mentis plus habent → Wer schreiben kann, hat auch bedeutenden Verstand

Menander, Monostichoi, 403
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔκχρησις Medium diacritics: ἔκχρησις Low diacritics: έκχρησις Capitals: ΕΚΧΡΗΣΙΣ
Transliteration A: ékchrēsis Transliteration B: ekchrēsis Transliteration C: ekchrisis Beta Code: e)/kxrhsis

English (LSJ)

-εως, ἡ, loan, SIG742.52 (pl., Ephesus, i B.C.).

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
prenda, garantía en un tipo de contratos de préstamo ἐκχρήσεις λαμβάνειν IEphesos 8.55, cf. 51, 57 (I a.C.).

Greek (Liddell-Scott)

ἔκχρησις: -εως, ἡ, δάνειον γενόμενος ὑφ’ ὅρους τινάς, Ἐπιγρ. παρὰ Hicks 205.

Greek Monolingual

ἔκχρησις (Α)
εκδανεισμός, δάνειο χρημάτων χωρίς τόκο ή δάνειο πραγμάτων για να χρησιμοποιηθούν και κατόπιν να επιστραφούν.