ἔστι δίκης ὀφθαλμός ὃς τά πανθ' ὁρᾶ → there is an eye of justice that sees everything, all-seeing justice
v. λείπω.
ἔλῐπον: αόρ. βʹ του λείπω.
ἔλιπον: aor. 2 к λείπω.