οὕς ὁ Θεός συνέζευξεν, ἄνθρωπος μή χωριζέτω → what therefore God did join together, let not man put asunder | what therefore God hath joined together, let no man put asunder
Full diacritics: ὀτιαφόροι | Medium diacritics: ὀτιαφόροι | Low diacritics: οτιαφόροι | Capitals: ΟΤΙΑΦΟΡΟΙ |
Transliteration A: otiaphóroi | Transliteration B: otiaphoroi | Transliteration C: otiaforoi | Beta Code: o)tiafo/roi |
οἱ τὰς ὀτίδας φέροντες ἐργάται· ὀτὶς δὲ εἶδος ὄρνιθος, AB 287.
ὀτιαφόροι, οί (Α)
(κατά το λεξ. ΑΒ) «οἱ τὰς ὀτίδας φέροντες ἐργάται
ὀτὶς δὲ εἶδος ὄρνιθος».
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀτίς «είδος όρνιθας» + -φόρος].