δείνωμα: Difference between revisions
From LSJ
Δυσαμένη δὲ κάρηνα βαθυκνήμιδος ἐρίπνης / Δελφικὸν ἄντρον ἔναιε φόβῳ λυσσώδεος Ἰνοῦς (Nonnus, Dionysiaca 9.273f.) → Having descended from the top of a deep-greaved cliff, she dwelt in a cave in Delphi, because of her fear of raving/raging Ino.
(big3_10) |
(8) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[exageración]], [[opinión exagerada]] τῶν κριτῶν Phld.<i>Rh</i>.1.286. | |dgtxt=-ματος, τό<br />[[exageración]], [[opinión exagerada]] τῶν κριτῶν Phld.<i>Rh</i>.1.286. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[δείνωμα]], το (AM) (Μ και δείνωμαν) [[δεινώ]]<br /><b>μσν.</b><br />η σοβαροποίηση<br /><b>αρχ.</b><br />εξογκωμένη, υπερβολική [[άποψη]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:26, 29 September 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A exaggerated view, τὸ δ. τῶν κριτῶν Phld.Rh.1.286S.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
exageración, opinión exagerada τῶν κριτῶν Phld.Rh.1.286.
Greek Monolingual
δείνωμα, το (AM) (Μ και δείνωμαν) δεινώ
μσν.
η σοβαροποίηση
αρχ.
εξογκωμένη, υπερβολική άποψη.