εμετός: Difference between revisions

From LSJ

τῶν Λειβηθρίων ἀμουσότερος → more uncultured than Leibethrans, more uncultured than the people of Leibethra, lowest degree of mental cultivation

Source
(11)
(No difference)

Revision as of 06:28, 29 September 2017

Greek Monolingual

και έμετος, ο (AM ἔμετος)
αντανακλαστικό φαινόμενο από ποικίλες αιτίες κατά το οποίο εξέρχεται από το στόμα το περιεχόμενο του στομάχου
νεοελλ.
αίσθημα αηδίας
αρχ.
τάση για εμετό, αναγούλα.