ενεργοποίηση: Difference between revisions
From LSJ
Ὡς ἡδὺ τὸ ζῆν μὴ φθονούσης τῆς τύχης → Quam vita dulce est, fata dum non invident → Wie süß zu leben, wenn das Glück nicht neidisch ist
(12) |
(No difference)
|
Revision as of 06:30, 29 September 2017
Greek Monolingual
η
1. φυσ. η τεχνική της μετατροπής ενός ισοτόπου σε ραδιενεργό με τη μετάδοση σ' αυτό ραδιενέργειας με βομβαρδισμό του είτε με νετρόνια είτε με ακτινοβολία άλλου τύπου
2. ιατρ. επανεμφάνιση φαινομένων που είχαν υποχωρήσει («ενεργοποίηση νόσου», «ενεργοποίηση ορού»).
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. activisation)].