αδειανοσακούλης: Difference between revisions

From LSJ

οὔ ποτ' εἶμι τοῖς φυτεύσασίν γ' ὁμοῦ → I will never meet thοse who begat me

Source
(1)
(No difference)

Revision as of 06:31, 29 September 2017

Greek Monolingual

ο
ο στερούμενος τα πάντα, πάμφτωχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αδειανός + σακούλα].