ἐν οἰκίᾳ τυφλῶν καὶ ὁ νυκτάλωψ ὀξυδερκής → even the day-blind is sharp-eyed in a blind house | among the blind, the one-eyed man is king
(16) |
(No difference)
|
η
1. (τεχν.) η τεχνική της μέτρησης του ήχου
2. φυσ. η συγκριτική μελέτη της διάρκειας, της έντασης και του ύψους τών ήχων με τη βοήθεια ηχομέτρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. sonometrie < sono- < son «ήχος» + -metrie (πρβλ. -μετρία < -μέτρης < μέτρο)].