Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αλλόθρησκος: Difference between revisions

From LSJ

Ἆρ' ἐστὶ συγγενές τι λύπη καὶ βίος → Res sunt cognatae vita et anxietudines → Es sind ja Leid und Leben irgendwie verwandt

Menander, Monostichoi, 640
(3)
(No difference)

Revision as of 06:40, 29 September 2017

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που ανήκει σε άλλη θρησκεία ή θρησκευτικό δόγμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αλλο- + θρήσκος].