γραμματική ἐστιν ἐμπειρία τῶν παρὰ ποιηταῖς τε καὶ συγγραφεῦσιν ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ λεγομένων → grammar is a practical knowledge of the usage of poets and writers of prose
(2) |
(No difference)
|
-η, -ο λανθάνω
1. αυτός που δεν περιέχει λάθη, αλάθευτος, άσφαλτος, σωστός
2. αυτός που δεν κάνει λάθη ή αμαρτήματα, αλάθητος, αναμάρτητος.