άμμουδα: Difference between revisions
From LSJ
(3) |
(No difference)
|
(3) |
(No difference)
|
η
ο αμμώδης βυθός της θάλασσας (σε αντίθεση προς την αμμουδιά, δηλαδή την αμμώδη παραλία).
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. σχηματίστηκε από το θ. του πληθυντικού (άμμου-δες) του ουσ. άμμος].