ἀπόθραυσμα: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ → but deliver us from evil

Source
(big3_5)
(5)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[fragmento]], [[parte desgajada]] φασὶ δὲ τὴν Νίσυρον ἀ. εἶναι τῆς Κῶ Str.10.5.16.
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[fragmento]], [[parte desgajada]] φασὶ δὲ τὴν Νίσυρον ἀ. εἶναι τῆς Κῶ Str.10.5.16.
}}
{{grml
|mltxt=το (Α [[ἀπόθραυσμα]])<br />[[κομμάτι]] από σπασμένο [[αντικείμενο]].
}}
}}

Revision as of 06:56, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπόθραυσμα Medium diacritics: ἀπόθραυσμα Low diacritics: απόθραυσμα Capitals: ΑΠΟΘΡΑΥΣΜΑ
Transliteration A: apóthrausma Transliteration B: apothrausma Transliteration C: apothrafsma Beta Code: a)po/qrausma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A piece broken off, Str.10.5.16.

German (Pape)

[Seite 303] τό, das Abgebrochene, Schol. Ap. Rhod.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπόθραυσμα: τό, θραῦσμα, σύντριμμα, τεμάχιον, μέρος ἀποχωρισθέν ἐξ ἄλλου, Στράβων 489.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
fragmento, parte desgajada φασὶ δὲ τὴν Νίσυρον ἀ. εἶναι τῆς Κῶ Str.10.5.16.

Greek Monolingual

το (Α ἀπόθραυσμα)
κομμάτι από σπασμένο αντικείμενο.