ἀπόκλεισμα: Difference between revisions
From LSJ
(big3_6) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[cepo]] δώσεις αὐτὸν εἰς τὸ [[ἀπόκλεισμα]] LXX <i>Ie</i>.36.26, cf. Hsch. | |dgtxt=-ματος, τό<br />[[cepo]] δώσεις αὐτὸν εἰς τὸ [[ἀπόκλεισμα]] LXX <i>Ie</i>.36.26, cf. Hsch. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀπόκλεισμα]], το (AM)<br />το [[χαράκωμα]]<br /><b>μσν.</b><br />η [[πολιορκία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:57, 29 September 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A guard-house, LXX Je.36(29).26.
German (Pape)
[Seite 307] τό, der Verschluß, Verhaft, LXX.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπόκλεισμα: τό, φυλακεῖον, Ἑβδ.· οὕτω καὶ ἀποκλεισμός, οῦ, ὁ, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 4. 7, 20. Ἀκύλας,Ψαλμ. ρμα΄, 8.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
cepo δώσεις αὐτὸν εἰς τὸ ἀπόκλεισμα LXX Ie.36.26, cf. Hsch.
Greek Monolingual
ἀπόκλεισμα, το (AM)
το χαράκωμα
μσν.
η πολιορκία.