δᾴδωσις: Difference between revisions
From LSJ
Ἰὸς πέφυκεν ἀσπίδος κακὴ γυνή → Ipsum venenum aspidis mulier mala → Das reinste Natterngift ist eine schlechte Frau
(big3_10) |
(8) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-εως, ἡ [[exceso de resina]] en los árboles, Thphr.<i>CP</i> 5.11.3. | |dgtxt=-εως, ἡ [[exceso de resina]] en los árboles, Thphr.<i>CP</i> 5.11.3. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=δᾳδωσις, η (Α) [[δαδοῡμαι]]<br />το να γίνεται κάποιο [[φυτό]] ρητινώδες, να περιέχει [[ρετσίνι]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:02, 29 September 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A the disease of resin-glut, Thphr.CP5.11.3.
German (Pape)
[Seite 513] ἡ, das Kienigwerden, Theophr.
Greek (Liddell-Scott)
δᾴδωσις: -εως, ἡ, ἡ εἰς δᾳδίον μεταβολή, τὸ γενέσθαι τι ῥητινῶδες, Θεόφρ. Αἰτ. Φ. 5. 11, 3.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ exceso de resina en los árboles, Thphr.CP 5.11.3.
Greek Monolingual
δᾳδωσις, η (Α) δαδοῡμαι
το να γίνεται κάποιο φυτό ρητινώδες, να περιέχει ρετσίνι.