δειροπέδη: Difference between revisions

From LSJ

ἔστι δὲ τὸ ἓν καὶ τὸ ἁπλοῦν οὐ τὸ αὐτό → the one and the simple are not the same

Source
(big3_10)
(8)
 
Line 7: Line 7:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=v. [[δεραιοπέδη]].
|dgtxt=v. [[δεραιοπέδη]].
}}
{{grml
|mltxt=[[δειροπέδη]], η (Α)<br />[[περιδέραιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δειρή]] <span style="color: red;">+</span> [[πέδη]] «[[δεσμός]]»].
}}
}}

Latest revision as of 07:03, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 541] ἡ, Halsschlinge, Halsband, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

δειροπέδη: ἡ, πέδη περὶ τὸν τράχηλον, περιδέραιον, Γρηγ. Ναζ.

Spanish (DGE)

v. δεραιοπέδη.

Greek Monolingual

δειροπέδη, η (Α)
περιδέραιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δειρή + πέδη «δεσμός»].