δευτέρωμα: Difference between revisions
From LSJ
Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid
(big3_11) |
(9) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ματος, τό [[repetición]] ἡ δὲ ἀνὰ πρόθεσις δ. τι δηλοῖ Eust.80.9. | |dgtxt=-ματος, τό [[repetición]] ἡ δὲ ἀνὰ πρόθεσις δ. τι δηλοῖ Eust.80.9. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=το (Μ [[δευτέρωμα]])<br />η [[επανάληψη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> το δεύτερο όργωμα, το δεύτερο [[σκάψιμο]]<br /><b>2.</b> ο [[δεύτερος]] [[γάμος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:03, 29 September 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A repetition, Eust.80.10.
German (Pape)
[Seite 554] τό, die Wiederholung, Eust.
Greek (Liddell-Scott)
δευτέρωμα: τό, ἐπανάληψις, Εὐστ. 80. 10.
Spanish (DGE)
-ματος, τό repetición ἡ δὲ ἀνὰ πρόθεσις δ. τι δηλοῖ Eust.80.9.
Greek Monolingual
το (Μ δευτέρωμα)
η επανάληψη
νεοελλ.
1. το δεύτερο όργωμα, το δεύτερο σκάψιμο
2. ο δεύτερος γάμος.