Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἑτοιμαστικός: Difference between revisions

From LSJ

Ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρίαRoot of all the evils is the love of money (Radix omnium malorum est cupiditas)

The Bible, 1 Timothy, 6:10
(6_11)
(14)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἑτοιμαστικός''': -ή, -όν, ὁ ἑτοιμάζων, [[προπαρασκευαστικός]], ἑτοιμαστικὴ [[φωνή]], ἡ ἑτοιμάζουσα τὴν ἀκοὴν τῶν ἀνθρώπων, Ἐπιφάν. τ. 1. σ. 764Α καὶ Β.
|lstext='''ἑτοιμαστικός''': -ή, -όν, ὁ ἑτοιμάζων, [[προπαρασκευαστικός]], ἑτοιμαστικὴ [[φωνή]], ἡ ἑτοιμάζουσα τὴν ἀκοὴν τῶν ἀνθρώπων, Ἐπιφάν. τ. 1. σ. 764Α καὶ Β.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἑτοιμαστικός]], -ή, -όν (Α) [[ετοιμαστής]]<br />αυτός που ετοιμάζει, που προπαρασκευάζει («ἑτοιμαστικὴ [[φωνή]]» — η [[φωνή]] που ετοιμάζει την [[ακοή]] τών ανθρώπων, Επιφάν.).
}}
}}

Latest revision as of 07:13, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1052] zu-, vorbereitend, K. S.

Greek (Liddell-Scott)

ἑτοιμαστικός: -ή, -όν, ὁ ἑτοιμάζων, προπαρασκευαστικός, ἑτοιμαστικὴ φωνή, ἡ ἑτοιμάζουσα τὴν ἀκοὴν τῶν ἀνθρώπων, Ἐπιφάν. τ. 1. σ. 764Α καὶ Β.

Greek Monolingual

ἑτοιμαστικός, -ή, -όν (Α) ετοιμαστής
αυτός που ετοιμάζει, που προπαρασκευάζει («ἑτοιμαστικὴ φωνή» — η φωνή που ετοιμάζει την ακοή τών ανθρώπων, Επιφάν.).