εύλειμος: Difference between revisions

From LSJ

Οὐκ ἔστι πενίας οὐδὲ ἓν μεῖζον κακόν → Non ullum paupertate maius est malum → Als Armut gibt es keine größre Schlechtigkeit

Menander, Monostichoi, 436
(15)
(No difference)

Revision as of 07:14, 29 September 2017

Greek Monolingual

εὔλειμος, -ον (Α)
ευλείμων («σῑγα δ' εὔλειμος νάπη φύλλ' εἶχε», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -λειμος (< λειμών «λιβάδι»), πρβλ. ευρύ-λειμος].