ἰπωτήριον: Difference between revisions
From LSJ
ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful
(6_22) |
(18) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἰπωτήριον''': τό, πιεστήριον, ἰπ. ληνοῦ Γλωσσ. | |lstext='''ἰπωτήριον''': τό, πιεστήριον, ἰπ. ληνοῦ Γλωσσ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἰπωτήριον]], τὸ (Α)<br />[[ιπώ]]<br /><b>1.</b> [[πιεστήριο]]<br /><b>2.</b> <b>ιατρ.</b> [[είδος]] καθετήρα<br /><b>3.</b> [[είδος]] εμπλάστρου. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:19, 29 September 2017
English (LSJ)
τό,
A olive- or wine-press, ἰ. ληνοῦ, Gloss.; ὅλμοι καὶ ἰ. PRev.Laws 49.13, cf. 51.2 (iii B.C.). II in surgery, bougie, Heliod. ap. Orib. 50.9.7, Antyll. ap. eund.44.23.61, Meges ap.eund.44.24.9. 2 name of a plaster, Heracl.Tarent. ap. Gal.13.725, Orib.Fr.52.
Greek (Liddell-Scott)
ἰπωτήριον: τό, πιεστήριον, ἰπ. ληνοῦ Γλωσσ.
Greek Monolingual
ἰπωτήριον, τὸ (Α)
ιπώ
1. πιεστήριο
2. ιατρ. είδος καθετήρα
3. είδος εμπλάστρου.