καινοπρέπεια: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)

Source
(6_11)
(18)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''καινοπρέπεια''': ἡ, τὸ καινοπρεπὲς πράγματός τινος, Εὐστ. 93. 31.
|lstext='''καινοπρέπεια''': ἡ, τὸ καινοπρεπὲς πράγματός τινος, Εὐστ. 93. 31.
}}
{{grml
|mltxt=[[καινοπρέπεια]], ἡ (Μ) [[καινοπρεπής]]<br />το ασυνήθιστο, το πρωτότυπο ενός πράγματος.
}}
}}

Revision as of 07:20, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καινοπρέπεια Medium diacritics: καινοπρέπεια Low diacritics: καινοπρέπεια Capitals: ΚΑΙΝΟΠΡΕΠΕΙΑ
Transliteration A: kainoprépeia Transliteration B: kainoprepeia Transliteration C: kainoprepeia Beta Code: kainopre/peia

English (LSJ)

ἡ,

   A novelty, τοῦ σχήματος Eust.93.31.

German (Pape)

[Seite 1294] ἡ, das Aussehen von etwas Neuem, ἡ κ. τοῦ σχήματος, neue Gestaltung, Eust.

Greek (Liddell-Scott)

καινοπρέπεια: ἡ, τὸ καινοπρεπὲς πράγματός τινος, Εὐστ. 93. 31.

Greek Monolingual

καινοπρέπεια, ἡ (Μ) καινοπρεπής
το ασυνήθιστο, το πρωτότυπο ενός πράγματος.