καρδιοπάθεια: Difference between revisions

From LSJ

τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας· μόνον ὁ κατέχων ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται. (2Thess 2:7) → For the mystery of lawlessness is already at workjust at work until the one who is now constraining it is taken out.

Source
(19)
(No difference)

Revision as of 07:21, 29 September 2017

Greek Monolingual

η
ιατρ. γενικός όρος για τις παθήσεις της καρδιάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. cardiopathy < cardio- (πρβλ. καρδιο-) + -pathy (πρβλ. -πάθεια < -παθής < πάθος). Η λ. μαρτυρείται από το 1876 στον Θεόδωρο Αφεντούλη].