κρεοτομώ: Difference between revisions

From LSJ

Θησεύς τινʹ ἡμάρτηκεν ἐς σʹ ἁμαρτίαν; (Euripides, Hippolytus 319) → Hath Theseus wronged thee in any wise?

Source
(21)
(No difference)

Revision as of 07:26, 29 September 2017

Greek Monolingual

κρεοτομῶ, -έω (Μ)
κόβω το κρέας σε κομμάτια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρε(ο)- + -τομῶ (< -τόμος < τέμνω), πρβλ. ρυμο-τομώ, υλο-τομώ].