λαπτυήρ: Difference between revisions

From LSJ

μισῶ σοφιστὴν ὅστις οὐχ αὑτῷ σοφός → I hate the sage who recks not his own rede, I hate the sage who is not wise for himself, I hate the wise man who is not wise on his own

Source
(import 2016b)
(22)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=laptuh/r
|Beta Code=laptuh/r
|Definition=<b class="b3">σφοδρῶς πτύων</b>, Hsch.
|Definition=<b class="b3">σφοδρῶς πτύων</b>, Hsch.
}}
{{grml
|mltxt=[[λαπτυήρ]] (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «σφοδρῶς πτύων».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> επιτατικό [[μόριο]] <i>λα</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>πτυήρ</i> (πιθ. <span style="color: red;"><</span> θ. <i>πτυ</i>- του [[πτύω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ήρ</i>). Κατ' άλλους, η λ. [[είναι]] [[άλλος]] τ. του <i>λαι</i>-<i>πύηρον</i>].
}}
}}

Revision as of 07:30, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λαπτυήρ Medium diacritics: λαπτυήρ Low diacritics: λαπτυήρ Capitals: ΛΑΠΤΥΗΡ
Transliteration A: laptyḗr Transliteration B: laptyēr Transliteration C: laptyir Beta Code: laptuh/r

English (LSJ)

σφοδρῶς πτύων, Hsch.

Greek Monolingual

λαπτυήρ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «σφοδρῶς πτύων».
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτατικό μόριο λα- + -πτυήρ (πιθ. < θ. πτυ- του πτύω + επίθημα -ήρ). Κατ' άλλους, η λ. είναι άλλος τ. του λαι-πύηρον].