λεπτοϋφής: Difference between revisions

From LSJ

Γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → Decus affert omni mulieri silentium → Es bringt das Schweigen Zierde einer jeden Frau

Menander, Monostichoi, 83
(6_7)
(23)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''λεπτοϋφής''': -ές, ([[ὑφαίνω]]) λεπτῶς ὑφασμένος, Λουκ. Ἔρωτες 41, Ἀλκίφρων 3. 41.
|lstext='''λεπτοϋφής''': -ές, ([[ὑφαίνω]]) λεπτῶς ὑφασμένος, Λουκ. Ἔρωτες 41, Ἀλκίφρων 3. 41.
}}
{{grml
|mltxt=-ές (Α [[λεπτοϋφής]], -ές)<br /><b>1.</b> (για υφάσματα) υφασμένος λεπτά, λεπτοϋφασμένος, λεπτοΰφαντος<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[λεπτοκαμωμένος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λεπτ</i>(<i>ο</i>)- (<span style="color: red;"><</span> επίρρ. <i>λεπτά</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>υφής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὕφος]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ευ</i>-<i>υφής</i>, <i>παρ</i>-<i>υφής</i>].
}}
}}

Revision as of 07:32, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λεπτοϋφής Medium diacritics: λεπτοϋφής Low diacritics: λεπτοϋφής Capitals: ΛΕΠΤΟΫΦΗΣ
Transliteration A: leptoüphḗs Transliteration B: leptouphēs Transliteration C: leptoyfis Beta Code: leptou+fh/s

English (LSJ)

[ῠ], ές, (ὑφαίνω)

   A finely woven, Luc.Am.41, Alciphr.3.41.

Greek (Liddell-Scott)

λεπτοϋφής: -ές, (ὑφαίνω) λεπτῶς ὑφασμένος, Λουκ. Ἔρωτες 41, Ἀλκίφρων 3. 41.

Greek Monolingual

-ές (Α λεπτοϋφής, -ές)
1. (για υφάσματα) υφασμένος λεπτά, λεπτοϋφασμένος, λεπτοΰφαντος
2. μτφ. λεπτοκαμωμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λεπτ(ο)- (< επίρρ. λεπτά) + -υφής (< ὕφος), πρβλ. ευ-υφής, παρ-υφής].