λευκοχρώματος: Difference between revisions

From LSJ

Βουλὴν ἅπαντος πράγματος προλάμβανε → Nihil incohes, nisi inito consilio prius → Vor jedem Handeln fasse einen guten Plan

Menander, Monostichoi, 70
(6_16)
(23)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''λευκοχρώματος''': -ον, = τῷ ἑπομ., Φίντυς παρὰ Στοβ. 444. 58.
|lstext='''λευκοχρώματος''': -ον, = τῷ ἑπομ., Φίντυς παρὰ Στοβ. 444. 58.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[λευκοχρώματος]], -ον)<br />αυτός που έχει [[λευκό]] [[χρώμα]], [[άσπρος]].
}}
}}

Revision as of 07:32, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λευκοχρώματος Medium diacritics: λευκοχρώματος Low diacritics: λευκοχρώματος Capitals: ΛΕΥΚΟΧΡΩΜΑΤΟΣ
Transliteration A: leukochrṓmatos Transliteration B: leukochrōmatos Transliteration C: lefkochromatos Beta Code: leukoxrw/matos

English (LSJ)

ον,

   A = λευκόχρως, Phint. ap. Stob.4.23.61a.

German (Pape)

[Seite 35] = Folgdm, Phintys bei Stob. fl. 74, 61.

Greek (Liddell-Scott)

λευκοχρώματος: -ον, = τῷ ἑπομ., Φίντυς παρὰ Στοβ. 444. 58.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α λευκοχρώματος, -ον)
αυτός που έχει λευκό χρώμα, άσπρος.