μελιττουργός: Difference between revisions

From LSJ

Τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις ἐπ' ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων οἳ παραδόξως ἀλαζονεύονται, μηδὲ τὰ κοινὰ τοῖς ἀνθρώποις ἐπιτελεῖν δυνάμενοι → One would use this fable for those who give themselves unreasonable airs, but can't handle everyday life (Aesop 40)

Source
(Bailly1_3)
(24)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>att. c.</i> [[μελισσουργός]].
|btext=<i>att. c.</i> [[μελισσουργός]].
}}
{{grml
|mltxt=[[μελιττουργός]], ὁ (Α)<br />(αττ.τ.) <b>βλ.</b> [[μελισσουργός]].
}}
}}

Revision as of 07:37, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελιττουργός Medium diacritics: μελιττουργός Low diacritics: μελιττουργός Capitals: ΜΕΛΙΤΤΟΥΡΓΟΣ
Transliteration A: melittourgós Transliteration B: melittourgos Transliteration C: melittourgos Beta Code: melittourgo/s

English (LSJ)

μελιττ-ουργέω, μελιττ-ουργία, Att. for μελισς-.

Greek (Liddell-Scott)

μελιττουργός: -ουργέω, -ουργία, Ἀττ. ἀντὶ μελισσ-.

French (Bailly abrégé)

att. c. μελισσουργός.

Greek Monolingual

μελιττουργός, ὁ (Α)
(αττ.τ.) βλ. μελισσουργός.