μηδείς ἀγεωμέτρητος εἰσίτω μου τὴν στέγην → let no one ignorant of geometry come under my roof
-α, -ικο- αποβλακωμένος, ξεμωραμένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ξεκούτης + κατάλ. -ιάρης (πρβλ. κιτριν-ιάρης)].