μουνιαδικόν: Difference between revisions

From LSJ

ὁ μὴ πεπλευκὼς οὐδὲν ἑόρακεν κακόν → anyone who hasn't sailed has never seen trouble

Source
(8)
 
(26)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=mouniadiko/n
|Beta Code=mouniadiko/n
|Definition=τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[βουνιάς]], prob. in <span class="title">Edict.Diocl.</span>6.16.</span>
|Definition=τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[βουνιάς]], prob. in <span class="title">Edict.Diocl.</span>6.16.</span>
}}
{{grml
|mltxt=[[μουνιαδικόν]], τὸ (Α) [[μουνιάς]]<br />το μονοετές ποώδες [[φυτό]] [[βουνιάς]], της οικογένειας τών σταυρανθών, του οποίου το [[είδος]] erucago απαντά και στην [[Ελλάδα]] και οι βλαστοί του, γνωστοί ως βρούβες ή αγριοβλάσταρα, τρώγονται ως λαχανικό.
}}
}}

Revision as of 11:59, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μουνιᾰδικόν Medium diacritics: μουνιαδικόν Low diacritics: μουνιαδικόν Capitals: ΜΟΥΝΙΑΔΙΚΟΝ
Transliteration A: mouniadikón Transliteration B: mouniadikon Transliteration C: mouniadikon Beta Code: mouniadiko/n

English (LSJ)

τό,

   A = βουνιάς, prob. in Edict.Diocl.6.16.

Greek Monolingual

μουνιαδικόν, τὸ (Α) μουνιάς
το μονοετές ποώδες φυτό βουνιάς, της οικογένειας τών σταυρανθών, του οποίου το είδος erucago απαντά και στην Ελλάδα και οι βλαστοί του, γνωστοί ως βρούβες ή αγριοβλάσταρα, τρώγονται ως λαχανικό.