ὀψωνία: Difference between revisions
From LSJ
(6_11) |
(30) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὀψωνία''': ἡ, τὸ ἀγοράζειν τροφὰς ἢ ἰχθῦς, [[καθόλου]], τὸ «ψώνισμα», Κριτίας 50, Ἀντιφάνης ἐν «Παρασίτῳ» 4, Ἄλεξις ἐν «Πονήρᾳ» 1. | |lstext='''ὀψωνία''': ἡ, τὸ ἀγοράζειν τροφὰς ἢ ἰχθῦς, [[καθόλου]], τὸ «ψώνισμα», Κριτίας 50, Ἀντιφάνης ἐν «Παρασίτῳ» 4, Ἄλεξις ἐν «Πονήρᾳ» 1. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ὀψωνία]], ἡ (Α) [[οψώνης]]<br />[[αγορά]] τροφίμων [[ιδίως]] ψαριών. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:03, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A purchase of fish, etc., catering, Critias 60 D., Antiph.184, Alex.186.2; ἔφερε ἕκαστος . . πρὸς τούτοις (viz. food) εἰς ὀ. μικρόν τι κομιδῇ νομίσματος (in the Spartan φειδίτια) Plu.Lyc.12, cf. Dicaearch.Hist.23.
German (Pape)
[Seite 434] ἡ, das Einkaufen der Zukost, bes. der Fische, Plut. Lyc. 12.
Greek (Liddell-Scott)
ὀψωνία: ἡ, τὸ ἀγοράζειν τροφὰς ἢ ἰχθῦς, καθόλου, τὸ «ψώνισμα», Κριτίας 50, Ἀντιφάνης ἐν «Παρασίτῳ» 4, Ἄλεξις ἐν «Πονήρᾳ» 1.