πανόσιος: Difference between revisions

From LSJ

ἐν γὰρ χερσὶ τέλος πολέμου, ἐπέων δ' ἐνὶ βουλῇ → War finds its end in arms, words find their end in debate (Iliad 16.630)

Source
(a)
 
(30)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0461.png Seite 461]] ganz heilig, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0461.png Seite 461]] ganz heilig, Sp.
}}
{{ls
|lstext='''πᾰνόσιος''': -α, -ον, [[πάνυ]] [[ὅσιος]], Συλλ. Ἐπιγρ 8638, 8727.
}}
{{grml
|mltxt=-α, -ο / [[πανόσιος]], -ία, -ον, ΝΜ<br /><b>1.</b> οσιότατος, [[κατά]] τα [[πάντα]] όσιος<br /><b>2.</b> (το αρσ. στον υπερθ. ως ουσ.) <i>ο πανοσιότατος</i> και <i>πανοσιώτατος</i><br />[[τιμητικός]] [[τίτλος]] τών άγαμων κληρικών και ιερομονάχων («πανοσιώτατοι ἡγούμενοι», Καισ. Δαπ.).
}}
}}

Latest revision as of 12:13, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 461] ganz heilig, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

πᾰνόσιος: -α, -ον, πάνυ ὅσιος, Συλλ. Ἐπιγρ 8638, 8727.

Greek Monolingual

-α, -ο / πανόσιος, -ία, -ον, ΝΜ
1. οσιότατος, κατά τα πάντα όσιος
2. (το αρσ. στον υπερθ. ως ουσ.) ο πανοσιότατος και πανοσιώτατος
τιμητικός τίτλος τών άγαμων κληρικών και ιερομονάχων («πανοσιώτατοι ἡγούμενοι», Καισ. Δαπ.).