πεντάπυλος: Difference between revisions
From LSJ
ἐν δὲ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσ' ἀρετὴ ἔνι → in justice is all virtue found in sum, in justice is every virtue there is, in justice every virtue is brought together, justice contains in itself all the virtues
(6_17) |
(31) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πεντάπῠλος''': -ον, ὁ ἔχων [[πέντε]] πύλας, τὰ Π., [[μέρος]] τῆς πόλεως τῶν Συρακουσῶν, Πλουτ. Δίων 29. | |lstext='''πεντάπῠλος''': -ον, ὁ ἔχων [[πέντε]] πύλας, τὰ Π., [[μέρος]] τῆς πόλεως τῶν Συρακουσῶν, Πλουτ. Δίων 29. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο / [[πεντάπυλος]], -ον, ΝΑ<br />αυτός που έχει [[πέντε]] πύλες<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ [[πεντάπυλα]]<br />[[τμήμα]] της πόλης τών Συρακουσών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντα</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>πυλος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πύλη]]), <b>πρβλ.</b> [[επτά]]-<i>πυλος</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:16, 29 September 2017
English (LSJ)
ον,
A with five gates : τὰ Π., a quarter of Syracuse, Plu.Dio 29.
Greek (Liddell-Scott)
πεντάπῠλος: -ον, ὁ ἔχων πέντε πύλας, τὰ Π., μέρος τῆς πόλεως τῶν Συρακουσῶν, Πλουτ. Δίων 29.
Greek Monolingual
-η, -ο / πεντάπυλος, -ον, ΝΑ
αυτός που έχει πέντε πύλες
αρχ.
(το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ πεντάπυλα
τμήμα της πόλης τών Συρακουσών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + -πυλος (< πύλη), πρβλ. επτά-πυλος].