περιθείωσις: Difference between revisions

From LSJ

σιγή ποτ' ἐστὶν αἱρετωτέρα λόγου → sometimes silence is preferable to words (Menander)

Source
(6_11)
(32)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''περιθείωσις''': ἡ, τὸ περικαθαίρειν θείῳ, Πλάτ. Κρατ. 405Α.
|lstext='''περιθείωσις''': ἡ, τὸ περικαθαίρειν θείῳ, Πλάτ. Κρατ. 405Α.
}}
{{grml
|mltxt=-ώσεως, ἡ, Α [[περιθειώ]]<br />ο [[καθαρμός]], η [[απολύμανση]] με [[θειάφι]].
}}
}}

Revision as of 12:16, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 576] ἡ, das Herumgehen und Räuchern mit Schwefel, μαντικαί, Plat. Crat. 405 a.

Greek (Liddell-Scott)

περιθείωσις: ἡ, τὸ περικαθαίρειν θείῳ, Πλάτ. Κρατ. 405Α.

Greek Monolingual

-ώσεως, ἡ, Α περιθειώ
ο καθαρμός, η απολύμανση με θειάφι.