περιπνιγής: Difference between revisions
From LSJ
Sophocles, Fragment 698
(6_8) |
(32) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''περιπνῐγής''': -ές, ὁ περιπνίγων, πνίγων [[πανταχόθεν]], Νικ. Θηρ. 432, Διόδ. ἐν Φωτ. Βιβλ. 381. 40, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 7. 13, 3. | |lstext='''περιπνῐγής''': -ές, ὁ περιπνίγων, πνίγων [[πανταχόθεν]], Νικ. Θηρ. 432, Διόδ. ἐν Φωτ. Βιβλ. 381. 40, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 7. 13, 3. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ές, Α [[περιπνίγω]]<br />αυτός που πιέζεται ασφυκτικά από όλες τις πλευρές. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:16, 29 September 2017
English (LSJ)
ές,
A suffocated, choked, Nic. Th.432, J.AJ7.13.3 ; ὑπὸ τοῦ θνμοῦ Agatharch.76 ; τῇ τῆς ἀναπνοῆς φθορᾷ D.S.38.4 :—also περί-πνῑγος, ον, Sch.Nic.Th.432.
German (Pape)
[Seite 588] ές, von allen Seiten bis zum Ersticken gedrückt, fast erstickt; Nic. Ther. 432; D. Sic. 3, 34.
Greek (Liddell-Scott)
περιπνῐγής: -ές, ὁ περιπνίγων, πνίγων πανταχόθεν, Νικ. Θηρ. 432, Διόδ. ἐν Φωτ. Βιβλ. 381. 40, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 7. 13, 3.
Greek Monolingual
-ές, Α περιπνίγω
αυτός που πιέζεται ασφυκτικά από όλες τις πλευρές.