ῥοπαλισμός: Difference between revisions
From LSJ
(6_20) |
(36) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ῥοπᾰλισμός''': πριαπισμός, «ἡ [[τάσις]] τοῦ αἰδοίου, ὁ [[τέτανος]]» (Σουΐδ. ἐν λ. ῥοπαλίζει), Ἀριστοφ. Λυσ. 553. | |lstext='''ῥοπᾰλισμός''': πριαπισμός, «ἡ [[τάσις]] τοῦ αἰδοίου, ὁ [[τέτανος]]» (Σουΐδ. ἐν λ. ῥοπαλίζει), Ἀριστοφ. Λυσ. 553. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ὁ, Α [[ῥοπαλίζω]]<br />η [[στύση]] του πέους. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:26, 29 September 2017
English (LSJ)
ὁ,
A priapism, Ar.Lys.553 (pl.).
German (Pape)
[Seite 849] ὁ, das Schlagen mit der Keule; übertr., die Spannung des männlichen Gliedes, Ar. Lys. 553.
Greek (Liddell-Scott)
ῥοπᾰλισμός: πριαπισμός, «ἡ τάσις τοῦ αἰδοίου, ὁ τέτανος» (Σουΐδ. ἐν λ. ῥοπαλίζει), Ἀριστοφ. Λυσ. 553.