συμμεταίτιος: Difference between revisions

From LSJ

Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ' ἔμφρων πατήρ → Prudente patre bonum non maius filio → Dem Sohn ist ein verständiger Vater größtes Gut

Menander, Monostichoi, 525
(39)
(39)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συμμεταίτιος''': -ον, ὁ ἀπὸ κοινοῦ συντελῶν, συνεισφέρων, [[πρός]] τι Πλάτ. Τίμ. 46Ε· πρβλ. [[μεταίτιος]], [[συναίτιος]].
|lstext='''συμμεταίτιος''': -ον, ὁ ἀπὸ κοινοῦ συντελῶν, συνεισφέρων, [[πρός]] τι Πλάτ. Τίμ. 46Ε· πρβλ. [[μεταίτιος]], [[συναίτιος]].
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />[[συνένοχος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[μεταίτιος]] «[[συναίτιος]], [[συνένοχος]]»].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />[[συνένοχος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[μεταίτιος]] «[[συναίτιος]], [[συνένοχος]]»].
|mltxt=-ον, Α<br />[[συνένοχος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[μεταίτιος]] «[[συναίτιος]], [[συνένοχος]]»].
}}
}}

Revision as of 12:36, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμμεταίτιος Medium diacritics: συμμεταίτιος Low diacritics: συμμεταίτιος Capitals: ΣΥΜΜΕΤΑΙΤΙΟΣ
Transliteration A: symmetaítios Transliteration B: symmetaitios Transliteration C: symmetaitios Beta Code: summetai/tios

English (LSJ)

ον,

   A contributing jointly, πρός τι Pl.Ti.46e.

German (Pape)

[Seite 981] wie μεταίτιος, mitschuldig, Mitursache; τὰ τῶν ὀμμάτων ξυμμεταίτια πρὸς τὸ σχεῖν τὴν δύναμιν, Plat. Tim. 46 e.

Greek (Liddell-Scott)

συμμεταίτιος: -ον, ὁ ἀπὸ κοινοῦ συντελῶν, συνεισφέρων, πρός τι Πλάτ. Τίμ. 46Ε· πρβλ. μεταίτιος, συναίτιος.

Greek Monolingual

-ον, Α
συνένοχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + μεταίτιος «συναίτιος, συνένοχος»].

Greek Monolingual

-ον, Α
συνένοχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + μεταίτιος «συναίτιος, συνένοχος»].