φλάσμα: Difference between revisions
From LSJ
Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort
(6_21) |
(45) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φλάσμα''': τό, Ἰων. ἀντὶ [[θλάσμα]], Ἱππ. περὶ Ἄρθρ. 802· «φλάσματα, διὰ τοῦ φ καλεῖν [[ἔθος]] Ἱπποκράτει κατὰ τὴν τῶν Ἰώνων διάλεκτον, ἃ πρὸς ἡμῶν ὀνομάζεται διὰ τοῦ θ θλάσματα» Γαλην. τόμ. 12, σ. 98. | |lstext='''φλάσμα''': τό, Ἰων. ἀντὶ [[θλάσμα]], Ἱππ. περὶ Ἄρθρ. 802· «φλάσματα, διὰ τοῦ φ καλεῖν [[ἔθος]] Ἱπποκράτει κατὰ τὴν τῶν Ἰώνων διάλεκτον, ἃ πρὸς ἡμῶν ὀνομάζεται διὰ τοῦ θ θλάσματα» Γαλην. τόμ. 12, σ. 98. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ατος, τὸ, Α [[φλῶ]]<br /><b>ιων. τ.</b> [[θλάσμα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:44, 29 September 2017
English (LSJ)
ατος, τό, Ion. for θλάσμα, Hp.Art.36, al.
German (Pape)
[Seite 1290] τό, ion. statt θλάσμα, Quetschung, Contusion, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
φλάσμα: τό, Ἰων. ἀντὶ θλάσμα, Ἱππ. περὶ Ἄρθρ. 802· «φλάσματα, διὰ τοῦ φ καλεῖν ἔθος Ἱπποκράτει κατὰ τὴν τῶν Ἰώνων διάλεκτον, ἃ πρὸς ἡμῶν ὀνομάζεται διὰ τοῦ θ θλάσματα» Γαλην. τόμ. 12, σ. 98.